Θολό παραμένει το τοπίο στο μέτωπο του Κυπριακού, λίγες μόνο ημέρες πριν τη διάσκεψη της Γενεύης. Υπενθυμίζουμε ότι ο Αναστασιάδης υποστήριζε πως δεν θα έπρεπε να συζητηθεί η εξωτερική πτυχή του Κυπριακού (τα ζητήματα της ασφάλειας, των εγγυήσεων και των τουρκικών στρατευμάτων) πριν
ολοκληρωθούν επιτυχώς οι διαπραγματεύσεις για την εσωτερική πτυχή. Από τη θέση αυτή υποχώρησε μετά το προσωρινό ναυάγιο της συνάντησης στο Μον Πελεράν της Ελβετίας το Νοέμβριο. Για την ακρίβεια, στο δείπνο της 1ης Δεκεμβρίου με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ακιντζί συμφώνησε να οριστεί η 12η Ιανουαρίου ως ημερομηνία σύγκλησης της διάσκεψης.
Με βάση μια πρώτη αξιολόγηση, οι διαφωνίες είναι πολλές και σημαντικές και εάν δεν υπάρξουν κινήσεις τις επόμενες ημέρες για αλλαγή στάση της τουρκικής πλευράς, τότε στη Γενεύη οι προοπτικές επιτυχίας περιορίζονται σημαντικά. Πρώτον, στα θέματα της Διακυβέρνησης παραμένουν ανοικτά σημαντικά ζητήματα. Το ζήτημα της εκ περιτροπής προεδρίας και οι μηχανισμοί λήψης αποφάσεων. Για την εκ περιτροπής προεδρία το θέμα φαίνεται πως θα συζητηθεί σε συνδυασμό με άλλες πτυχές του Κυπριακού. Και σε σχέση με το κεφάλαιο του Εδαφικού( π.χ. Μόρφου) αλλά και αναφορικά με αυτό της Ασφάλειας.
Η τουρκική πλευρά δεν φαίνεται να κάνει πίσω στο θέμα και όπως πληροφορούμαστε η επιδίωξη αυτή της Άγκυρας και του Ακιντζί στηρίζεται και από τρίτους. Κατά πόσο η ε/κ πλευρά θα ανταλλάξει αυτό το θέμα με κάτι άλλο, αυτό θα φανεί στη συνέχεια. Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που αφορά το κεφάλαιο της Διακυβέρνησης είναι η τουρκική επιμονή οι αποφάσεις να λαμβάνονται με μια τουλάχιστον τ/κ ψήφο. Αυτό που ζητά ο Μουσταφά Ακιντζί είναι η διατήρηση του δικαιώματος βέτο. Μια τέτοια ρύθμιση θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο τη λειτουργία του κράτους.

Ο κ. Αναστασιάδης όσο και να φωνάζει και να διαμαρτύρεται, αποδέχθηκε την υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, και ο ίδιος από Πρόεδρος κράτους θα παρευρίσκεται σ’ αυτή την περίεργη σύναξη της Ελβετίας ως ο αρχηγός της Ελληνοκυπριακής Κοινότητας.
Οι Τούρκοι απαιτούν τον εκ των προτέρων ενταφιασμό της Κυπριακής Δημοκρατίας για να μην έχουν οι Ελληνοκύπριοι διέξοδο διαφυγής στην καθόλου απίθανη περίπτωση που προκληθεί αδιέξοδο και το νέο ομοσπονδιακό κράτος καταρρεύσει. Ήταν ακριβώς αυτή η διάταξη του σχεδίου Ανάν το 2004 που είχε υποχρεώσει τον τότε πρόεδρο Τάσσο Παπαδόπουλο να πει στο διάγγελμά του ενόψει του δημοψηφίσματος: «παρέλαβα κράτος, δεν θα παραδώσω κοινότητα».
Το γεγονός ότι ο Αναστασιάδης κινείται προς την κατεύθυνση που απέρριψε ο Παπαδόπουλος υπερβαίνει τη νόμιμη εξουσία του. Το διακύβευμα είναι ζωτικής σημασίας για να αφεθεί στα χέρια του όποιου προέδρου. Η μεθόδευση που οδηγεί σε κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας συνιστά πραξικόπημα πρώτου μεγέθους.
Την ίδια στιγμή, το International Hellenic Association, ένας μη κυβερνητικός, μη κερδοσκοπικός οργανισμός που εδρεύει στο Delaware των Ηνωμένων Πολιτειών, απηύθυνε έκκληση προς τους Προέδρους της Ελληνικής και της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον Έλληνα πρωθυπουργό, τους Υπουργούς Εξωτερικών Ελλάδος και Κύπρου, τις ηγεσίας των Εκκλησιών Ελλάδος και Κύπρου, τους Αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων Ελλάδος και Κύπρου, τα μέλη των Κοινοβουλίων Ελλάδος και Κύπρου καθώς και σε όλους τους Ευρωβουλευτές Ελλάδος και Κύπρου με θέμα τις δυσοίωνες προοπτικές της Διεθνούς Διάσκεψης για το Κυπριακό και τον διαγραφόμενο κίνδυνο μιας καταστροφικής λύσης για τον Κυπριακό Ελληνισμό.
Το πλήρες κείμενο της έκκλησης έχει ως εξής:
Ως Έλληνες που προέρχονται από την Ελλάδα, την Κύπρο και τη Διασπορά, παρακολουθούμε με φοβερή ανησυχία και αγωνία την επικαιρότητα που αφορά τις εξελίξεις σχετικά με την επερχόμενη Διεθνή Διάσκεψη για το Κυπριακό. Σε όλους μας η περιρρέουσα ατμόσφαιρα θυμίζει παραμονές της Τουρκικής εισβολής του 1974. Αυτή συνίσταται από περίεργες ανακοινώσεις των επισήμων, συχνά αντικρουόμενες, χωρίς μια εσωτερική δομή και την ταυτόχρονη βουβαμάρα των άμεσα ενδιαφερόμενων, δηλαδή την πλειοψηφία των Κυπρίων.
Μοιάζουμε με ασθενή που τον ετοιμάζουν για χειρουργείο και βρίσκεται σε μια ήπια νάρκωση, ακούμε, βλέπουμε, συνειδητοποιούμε τι πάει να γίνει αλλά δεν θέλουμε ή δεν μπορούμε να αντιδράσουμε. Μπροστά μας όμως υπάρχει μια φοβερή προοπτική που αφορά την ίδια την ύπαρξη μας, εμάς και των παιδιών μας, η αμείλικτη προοπτική του ότι :