15 Νοε 2016

Το τέλος της Νέας Τάξης και της Παγκοσμιοποίησης

Πέτρος Παπακωνσταντίνου

Τι σημαίνει για τον κόσμο μας η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ; Το τέλος της Pax Americana, όπως διερωτήθηκε η Γερμανίδα υπουργός Αμυνας, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν; Το «τέλος της Δύσης όπως την ξέραμε», όπως θρηνολογούσε, παραφράζοντας το γνωστό τραγούδι των REM, η σύνταξη της Washington Post; Ή μήπως ένα «vaffanculo generale», όπως το χαρακτήρισε ο αθυρόστομος Μπέπε Γκρίλο; Παρά την υπερβολή των πρώτων αντιδράσεων,
διάχυτη είναι η αίσθηση ότι η μετάβαση από τον Μπαράκ Ομπάμα στον Ντόναλντ Τραμπ δεν σηματοδοτεί μια ομαλή αλλαγή μέσα στη συνέχεια της αμερικανικής πολιτικής, αλλά ένα μεγάλο άλμα προς το άγνωστο. Λίγους μήνες μετά το σοκ του Brexit, η ακόμη μεγαλύτερη ανατροπή που ήρθε από την Αμερική αποκάλυψε τα τεκτονικά ρήγματα στο διεθνές σύστημα που αναδύθηκε πάνω από τα ερείπια της ΕΣΣΔ: το σύστημα της μιας αγοράς, της μιας υπερδύναμης και της μιας σκέψης, αυτό που εν συντομία αποκαλούμε «φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση». Η Χίλαρι Κλίντον ήταν η πιο τυπική εκπρόσωπος του συστήματος, γι’ αυτό και είχε την υποστήριξη από το μεγαλύτερο τμήμα των ελίτ – χρηματιστικών, μιντιακών και στρατιωτικών. Σε μια Αμερική που διψούσε για αλλαγή, όπως έδειξε το εντυπωσιακό ρεύμα του σοσιαλιστή Μπέρνι Σάντερς, αυτή η υποστήριξη δεν ήταν αρκετή.

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν μας παρουσίασε τίποτα που να μοιάζει με συνεκτικό πρόγραμμα. Διέθετε όμως μια κεντρική ιδέα: ότι όσοι κερδίζουν από τη φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι πλέον λιγότεροι από όσους ζημιώνονται και ότι η Αμερική χάνει, σε βάρος των ανταγωνιστών της, από το σύστημα που η ίδια διευθύνει. Μια κατάσταση πραγμάτων σαν κι αυτή που αντιμετώπισε ο Ρίτσαρντ Νίξον το δραματικό καλοκαίρι του 1971, όταν αποφάσισε να γκρεμίσει τη νομισματική «παγκοσμιοποίηση», το σύστημα του Μπρέτον Γουντς, που η ίδια η Αμερική είχε δημιουργήσει, το 1944. Ο τότε υπουργός Οικονομικών του Νίξον, ο Τζον Κόναλι, ένας άνθρωπος τόσο χαμαιλέοντας στις πολιτικές του πεποιθήσεις, με τόσο υπερφίαλο Εγώ και τόσο ωμή γλώσσα, που μόνο με έναν Τραμπ θα μπορούσε να συγκριθεί, είχε συνοψίσει την οικονομική του φιλοσοφία με μια μνημειώδη φράση, την οποία μεταφέρουμε στην κοσμιότερη δυνατή απόδοση: «Οι ξένοι θέλουν να μας τη φέρουν (to screw us). Οφείλουμε να τους τη φέρουμε πρώτοι». Για τον 45ο πρόεδρο, η φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση διώχνει επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας στο εξωτερικό και πλημμυρίζει την Αμερική με μετανάστες. Αυτή η διπλή ροή πρέπει να αντιστραφεί, με κυριολεκτικά τείχη για τους μετανάστες και μεταφορικά τείχη εμπορικού προστατευτισμού για την οικονομία. Εάν αυτή η αντίληψη γίνει πράξη –ένα τεράστιο «αν»– θα πρόκειται για πραγματικό οικονομικό και κοινωνικό πόλεμο.

Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, οι πρώτοι που θα την πληρώσουν, μαζί με τους μετανάστες και τις μειονότητες, θα είναι τα μεγάλα τμήματα της λευκής εργατικής τάξης που ψήφισαν Τραμπ: η κατάργηση της μεταρρύθμισης Ομπάμα που έδωσε σε 17 εκατομμύρια Αμερικανούς πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και οι γενναίες φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις φαίνεται να βρίσκονται στις πρώτες προτεραιότητές του. Είναι πολύ αμφίβολο, όμως, αν οι πιο προωθημένες θέσεις του Τραμπ, που θα σήμαιναν την απότομη διάρρηξη της παγκοσμιοποίησης –εμπορικός πόλεμος με την Κίνα, ματαίωση των εμπορικών συμφωνιών με Ευρώπη και Ασία, αμφισβήτηση της NAFTA, ακόμη και του ΠΟΕ– θα έχουν τύχη στη Γερουσία.

Ακόμη περισσότερο θολή είναι η εικόνα αναφορικά με την εξωτερική πολιτική του Τραμπ. Στην προεκλογική περίοδο αμφισβήτησε την αξία χρήσης του ΝΑΤΟ και τάχθηκε υπέρ της συνεργασίας με τη Ρωσία, ακόμη και με τον Ασαντ, εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θεωρεί ως βασικό ανταγωνιστή των ΗΠΑ στον 21ο αιώνα την Κίνα. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια τέτοια, απότομη στροφή στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Τα μεγάλα καράβια έχουν μεγάλη αδράνεια. Φαίνεται, πάντως, ότι η επιθετικά αντιρωσική γραμμή της Κλίντον, ιδίως με την πρότασή της για «ελεύθερη ζώνη» στη Συρία, συνάντησε πολύ σοβαρές αντιδράσεις από τμήματα του συμπλέγματος άμυνας - μυστικών υπηρεσιών - ασφάλειας των ΗΠΑ. Εκ των υστέρων, θα μπορούσε να διατυπώσει κανείς την υπόνοια ότι η ωμή παρέμβαση του διευθυντή του FBI εναντίον της Κλίντον στην τελική ευθεία της αναμέτρησης δεν ήταν μοναχική πράξη.

Το 1932, ο Φράνκλιν Ρούζβελτ, η κατά γενική ομολογία μεγαλύτερη πολιτική προσωπικότητα της Αμερικής μετά τον Αβραάμ Λίνκολν, έκανε καμπάνια με δύο βασικούς άξονες: δραστικές περικοπές κρατικών δαπανών για τη μείωση του ελλείμματος και αυστηρή ουδετερότητα στις «ευρωπαϊκές διενέξεις». Ο τραπεζικός πανικός την ημέρα της ορκωμοσίας του τον έσπρωξε στο New Deal και το Περλ Χάρμπορ στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα σχέδια των ανθρώπων τα βλέπουν οι θεοί και γελάνε. Οσοι αρέσκονται σήμερα σε εύκολες προφητείες για το πώς θα εξελιχθεί ο κόσμος στην εποχή Τραμπ, είναι κρίμα να χαραμίζουν το χάρισμα που τους έδωσε η φύση. Ισως θα ήταν καλύτερα να παίξουν ΛΟΤΤΟ. Οι υπόλοιποι, που δεν διαθέτουμε αυτό το χάρισμα, θα δυσκολευόμαστε για πολύ καιρό ακόμα να προφέρουμε αυτές τις εξωφρενικά αταίριαστες λέξεις: Ντόναλντ Τραμπ, πρόεδρος των ΗΠΑ.


Δεν υπάρχουν σχόλια: